Σε ποια ηλικία μπορεί το παιδί μου να ξεκινήσει Αγγλικά;

blog main image

Σε A’ Class, B’ Class, B2 “Lower”, C’ Class, D’ Class, E’ Class

Κατ’αρχάς, πρέπει να γίνει ξεκάθαρο για τί είδους μαθήματα γίνεται λόγος: αν οι γονείς επιζητούν μια αρχική εξοικείωση του παιδιού τους με τα Αγγλικά (κατά το λεγόμενο επίπεδο των Prejuniors), η οποία βασίζεται αποκλειστικά στο προφορικό λόγο και στη κίνηση (λεκτικά παιχνίδια, τραγούδια, μιμήσεις, χειροτεχνία), τότε αυτό μπορεί να γίνει από αρκετά μικρή ηλικία (4-6 ετών) και να δώσει μεγάλη ευχαρίστηση στους μικρούς μαθητές. Αν όμως ο προβληματισμός των γονέων αφορά την εκκίνηση πλήρων μαθημάτων, τα οποία περιλαμβάνουν και διδαχή του γραπτού λόγου σε συνδυασμό με τον προφορικό, τότε πρέπει να λάβουν υπόψη τους τα παρακάτω.
Σύμφωνα με τη γνωστική εξελικτική θεωρία του ψυχολόγου Piaget, ένα παιδί, από 2 μέχρι 7 ετών, διανύει τη περίοδο της προλογικής σκέψης, κατά την οποία δε μπορεί να εκτελεί λογικές νοητικές πράξεις, δηλαδή να κάνει μετασχηματισμούς δεδομένων ή να χειρίζεται εσωτερικές εικόνες με το νου. Σε αυτή τη περίοδο, υπάρχουν μόνο οι προέννοιες, καθώς οι λέξεις δεν έχουν σαφή και συγκεκριμένη σημασία.
Η περίοδος των συγκεκριμένων λογικών πράξεων, κατά την οποία αρχίζουν να αναπτύσσονται ραγδαία οι νοητικές επιδεξιότητες του παιδιού, (δηλαδή οι βασικές ικανότητες για την εκμάθηση μιας γλώσσας) ξεκινάει από την ηλικία των 7-8 ετών. Οι λογικές πράξεις αυτής της περιόδου δεν αποτελούν πολύπλοκα νοητικά σχήματα, αλλά επιτρέπουν στο άτομο να επιλύει απλά και συγκεκριμένα λογικά προβλήματα (κατηγοριοποίηση, διάκριση σχέσεων μεταξύ αντικειμένων, κατανόηση μαθηματικών εννοιών, κ.ά.).
Δεδομένης της νοητικής ανάπτυξης των παιδιών στην ηλικία των 8 ετών (όταν δηλαδή βρίσκονται στη Γ’ Τάξη του Δημοτικού Σχολείου), μπορούμε να αποφανθούμε ότι αυτή είναι η σωστή ηλικία για να ξεκινήσει ένα παιδί να μαθαίνει μια ξένη γλώσσα, αφού πλέον έχει περάσει και εμπεδώσει τα αρχικά στάδια εκμάθησης της Ελληνικής Γλώσσας. Εφόσον έχει εξοικειωθεί επαρκώς με την ελληνική γραφή και προφορική ομιλία και έχει το κατάλληλο νοητικό υπόβαθρο, το παιδί μπορεί πια να κατανοήσει ευκολότερα τις γραπτές και προφορικές δομές μιας άλλης γλώσσας πέραν της μητρικής.
Εάν η συστηματική εκμάθηση Αγγλικών ξεκινήσει σε πιο πρώιμο στάδιο, το παιδί είναι πολύ πιθανό να νιώσει μπερδεμένο και, ακόμα χειρότερα, πιεσμένο, ενώ παράλληλα μπορεί να μισήσει την πηγή καταπίεσής του, δηλαδή την Αγγλική Γλώσσα. Σε περίπτωση που γίνει αυτό, δύσκολα θα αναθεωρήσει την άποψή του αυτή στο μέλλον και η εκμάθηση Αγγλικών ίσως συνεχίσει να γίνεται με δυσαρέσκεια και απροθυμία.
Δεν αποκλείουμε βέβαια την περίπτωση ορισμένων μαθητών που δεν δυσκολεύονται να ξεκινήσουν πλήρη (δηλαδή με διδαχή όχι μόνο προφορικού, αλλά και γραπτού λόγου) μαθήματα Αγγλικών ακόμα και από τη Β’ Δημοτικού. Θετικό σημάδι είναι πάντα η επίμονη επιθυμία του ίδιου του παιδιού για το ξεκίνημα της ξένης γλώσσας.

Ετικέτες

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *